- Ἄλκιμ'
- Ἄλκιμε , Ἄλκιμοςmasc voc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἄλκιμ' — ἄλκιμα , ἄλκιμος stout neut nom/voc/acc pl ἄλκιμα , ἄλκιμος stout neut nom/voc/acc pl ἄλκιμε , ἄλκιμος stout masc voc sg ἄλκιμε , ἄλκιμος stout masc/fem voc sg ἄλκιμαι , ἄλκιμος stout fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)